Απ’ όπου κι αν πλησιάσεις το Λουβαρά, το τοπίο, που με το πρώτο αγνάντεμα εμφανίζεται μπροστά σου, είναι το ίδιο...
Ο Λουβαράς βρίσκεται στην Επαρχία Λεμεσού σε υψόμετρο 850 μέτρων στην οροσειρά του Τροόδους, στη γραφική περιοχή της Πιτσιλιάς και σε απόσταση μόλις 28 χιλιομέτρων από την πόλη της Λεμεσού. Στο χωριό φτάνει κανείς ακολουθώντας τη διαδρομή E110.
Τοποθετημένος πάνω σε ήπιους κυματισμούς του εδάφους, περιτριγυρίζεται από ψηλούς κωνικούς ηφαιστειογενείες λόφους. Στ’ ανατολικά το τοπίο διαμελίζεται από τους μικρούς παραποταμούς της Γερμασόγιας, ενώ στα δυτικά κάποιος παραποταμός του Γαρύλλη με τις διακλαδώσεις του διαμελίζει το υπόλοιπο τμήμα του χωριού.
Ολόκληρη η έκταση του Λουβαρά είναι μια συνεχής επανάλυψη δροσερών ρεματιών, ήρεμων βουνοπλαγίων και βαθιών φαραγγιών. Πάνω στον ορεινό αυτό χώρο φυτρώνει μια άγρια βλάστηση με πολλούς θάμνους, όπως η κουμαρία, η λατζιά, η μυρτία, το δεντρολίβανο και ο οσπάλαθος. Οι ίδιοι θάμνοι, μα ιδιαίτερα η λεβάντα, το δεντρολίβανο και ο λάδανος συναντιώνται πολύ κοντά στο χωρίο και σ’ αυτες ακόμα τις αυλές των σπιτιών. Και δεν είναι μόνο οι πολλές αποχρώσεις του πράσινου που γοητεύουν ιδιαίτερα την άνοιξη, αλλά και η μεγάλη ποικιλία των αγριολουλουδων, που με το χρώμα τους προσδίνουν μια ιδιαίτερη μαγέια στο τοπίο.
Στις ρεματίες όπου συνήθως κυλά κάποιο ρυάκι, οι αμυγδαλιές και τα ποικίλα φρουτόδεντρα κάνον αισθητή την παρουσία τους.
Στις ρεματίες όπου συνήθως κυλά κάποιο ρυάκι, οι καρυδίες, οι αμυγδαλίες και τα ποικίλα φρουτόδεντα κάνουν αισθητή την παρουσία τους.
Όμως πάνω σ’ αυτή τη φτανή γη των ηφαιστειογενών πετρωμάτων και ιδιαίτερα στις ρεματιές και τις ήπιες βουνοπλαγίες καλλιεργούνται πληθωρικά το αμπέλι. Το χωρίο ζει από το μαύρο και το ξυνιστέρι, δυο ποικιλίες σταφυλίων από τις οποίες κατασκευάζεται η γνωστή κουμανταρία. Άλλωστε, ο Λουβαράς είναι γνωστός από τα παλία χρόνια για την εξαίρετη ποιότητα της κοθμανταρίας του. Άν και οι χωρικοί, όσοι διαμένουν μόνιμα στο χωριό κι όσοι πηγαινοέρχονται στη Λεμεσό, προτιμούν το ξυνιστέρι από το μαύρο, μολαταύτα καλλιεργούν με την ίδια επιμέλεια και τις δυο ποικιλίες. Αφού υπερωριμάσουν τα σταφύλια, οι κάτοικοι του Λουβαρά τα τρυγούν και τα απλώνουν στον ήλιο μέχρι να μισοξεραθούν και να αυξηθεί η περιεκτικότητα τους σε σάκχαρο. Ο χρόνος του τρυγήτου είναι μια άλλη εξίσου σημαντική φροντίδα. Άλλωστε, η κουμανταρία χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, γιατί, όπως είναι γνωστό, δεν ταξονομείται σαν ιδιάιτερο κρασί, αλλά κατατάσσεται στην κατηγορία των ενδυναμωμένων, που πρέπει να περιέχουν ένα ψηλό οινοπνευματικό βαθμό.
Όμως σαν βρεθείς στο χωρίο, θα πρέπει να ανεβείς ψηλά στον Κακομάλλη, το μικρό πευκόφυτο δάσος που ‘ ναι προέκταση του δάσους Λεμεσού. Βρίσκεται πολύ κοντά, ακριβώς στα νότια του Λουβαρά. Δεν έιναι ανάγκη ν’ ανεβείς ψηλά στην κορυφή, όπου βρίσκεται το θερινό παρατηρητήριο για πυρκαγίες. Από το δασικό σταθμό στην πευκόφυτη πλαγία του βουνού, που διανθίζεται με κουμαρίες, λατζιές, τρεμιθιές και άλλους θάμνους, μπορείς να αγναντέψεις το γύρω τοπίο.
Αν βρεθείς σ’ αυτό το βουνό μια καλοκαιρινή ή ανοιξιάτικη αίθρια μέρα, θα χαρείς ένα γνήσιο πιτσιλιώτικο τοπίο μ’ όλη την ηρεμία, τη δροσία αλλά και τη σιωπή του. Μια συνεχής μυρωμένη αύρα θα σε δροσίζει. Αν ακόμα διαθέτεις χρόνο να σεριανίσεις ακολουθώντας τα στενά μονοπάτια του δάσους, η ευφροσύνη που θα αισθανθείς θα’ ναι ίσως μοναδική. Εδώ θα νιώσεις ξεκομμένος από την υπόλοιπη Κύπρο. Η φύση σε κυριεύει. Απολησμονιέσαι. Γίνεσαι μέρος του μοναξιασμένου γαλήνιου τοπίου.
Ίσως ο οικισμός του Λουβαρά, με το πλούσιο λαογραφικό του υλικό, με τα μπόλικα διάσπαρτα κόκκινα πιθάρια στις αυλές και τους δρόμους, με τα μικρά παραδοσιακά του σπίτια και με την πληθωρική παρουσία του τοπικού γάββρου, να μη σε εντυπωσιάσει και πολύ. Μέσα στο ίδιο χωρίο και σε μικρή απόσταση απ’ αυτό βρίσκονται δυο μεσαιωνικές εκκλησίες, που τόσα πολλά μαρτυρούν για το παρελθών του χωριού.
Η εκκλησία του Αγίου Μάμα είναι ένα μονάδικο στολίδι στην καρδία του Λουβαρά αλλά και στο νότιο τμήμα της Πιτσιλίας. Σ’ αυτο το μεσαιωνικό εκκλησάκι του 15ου αιώνα ο επισκέπτης δε θα δυσκολευτεί να διακρίνει τη μεταμόρφωση της βυζαντινής τέχνης της Κύπρου κάτω από την επίδραση της ιταλικής αναγέννησης.« Η απόδοση του βάρους και η ορθή προοπτική», όπως γράφει ο Αθαν. Παπαγεωργίου, επιτυγχάνονται. Οι τοιχογραφίες της εκκλησίας του Αγίου Μάμα αποτελούν το μεταβατικό στάδιο στην ιταλοβυζαντινή σχολή του τέλους του 15ου και των αρχών του 16ου αιώνα.
Πηγή: Καρούζη, Γ., (2001), "Περιδιαβάζοντας την Κύπρο, Λεμεσός Πόλη και Επαρχία", Λευκωσία: ΣΕΛΑΣ ΛΤΔ.