Η νέα έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας αποκαλύπτει σοβαρές αδυναμίες στη λειτουργία του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, από την τιμολόγηση έως την εποπτεία των υδατικών πόρων, με ανείσπρακτα ποσά που ξεπερνούν τα 147 εκατομμύρια ευρώ.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία, μέσα από έκθεση που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, εντοπίζει εκτεταμένα προβλήματα στη διαχείριση και εποπτεία των υδατικών πόρων από το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων (ΤΑΥ), εγείροντας σοβαρά ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα του μηχανισμού που έχει την ευθύνη για έναν από τους σημαντικότερους φυσικούς πόρους της χώρας.
Ο έλεγχος αποκάλυψε ελλείψεις σε βασικούς τομείς όπως η καταμέτρηση και η τιμολόγηση του νερού, ο έλεγχος των εισροών και εκροών, αλλά και στη λειτουργία των πληροφοριακών συστημάτων. Εντοπίστηκαν επίσης σοβαρές καθυστερήσεις στην είσπραξη οφειλών, οι οποίες ανέρχονται συνολικά σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.
Σύμφωνα με την έκθεση, σε δύο καίρια σημεία εισαγωγής νερού που αντιπροσωπεύουν το 64% της κατανάλωσης στην επαρχία Λευκωσίας, δεν πραγματοποιούνταν τακτικοί έλεγχοι. Επιπλέον, το ΤΑΥ δεν είχε πρόσβαση στα δεδομένα των υδρομετρητών και των συστημάτων τηλεμετρίας των Συμβουλίων Υδατοπρομήθειας Λεμεσού και Λάρνακας, γεγονός που δημιουργεί αβεβαιότητα για την ακρίβεια των ποσοτήτων που τιμολογούνται.
Παράλληλα, εντοπίστηκαν ανεξήγητες διακυμάνσεις στις ενδείξεις υδρομετρητών οι οποίες δεν διερευνήθηκαν, ενώ η τεκμηρίωση των ελέγχων κρίθηκε ανεπαρκής ή ελλιπής.
Το μηχανογραφημένο Σύστημα Τιμολόγησης Νερού παρουσιάζει, σύμφωνα με την Υπηρεσία, σημαντικές αδυναμίες σε θέματα ασφάλειας και ελέγχου πρόσβασης, γεγονός που καθιστά αναγκαίο τον εκσυγχρονισμό του και την ενίσχυση των μηχανισμών διαφάνειας.
Όσον αφορά τα οικονομικά, τα ανείσπρακτα ποσά του ΤΑΥ φθάνουν τα €147,7 εκατομμύρια, εκ των οποίων €69,2 εκατομμύρια αποτελούν παλαιές οφειλές – κυρίως από Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Παρά τις ρυθμίσεις που προέβλεπαν διαγραφή μέρους αυτών υπό προϋποθέσεις, νέες οφειλές συνεχίζουν να δημιουργούνται.
Ενδεικτικά, ποσό €58,1 εκατομμυρίων αφορά παροχή νερού σε Τουρκοκύπριους καταναλωτές, για τους οποίους δεν γίνεται τιμολόγηση βάσει πολιτικής απόφασης.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία καταγράφει επίσης καθυστερήσεις στη λήψη νομικών μέτρων για την είσπραξη οφειλών, καθώς και ανεπαρκή έλεγχο των ιδιωτικών εταιρειών που πραγματοποιούν υπεραντλήσεις, με αποτέλεσμα να απειλείται η υδροφορία ευαίσθητων περιοχών.
Παρατηρήθηκαν, ακόμη, περιπτώσεις υπερκατανάλωσης και μη τιμολόγησης νερού από επιχειρήσεις, ενώ έργα που αποσκοπούν στην ενίσχυση της υδατικής επάρκειας —όπως εκείνα στην Πόλη Χρυσοχούς και την Τυλληρία— παραμένουν στάσιμα, παρότι οι σχετικές μελέτες έχουν ολοκληρωθεί από το 2022.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία υπογραμμίζει ότι τα ευρήματα αυτά καθιστούν επιτακτική την ανάγκη για ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών, ταχύτερη λήψη αποφάσεων και κατάρτιση ενός μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδίου που θα εγγυάται τη βιώσιμη διαχείριση των υδατικών πόρων, μακριά από αποσπασματικές και προσωρινές λύσεις.
