Ανέκαθεν, τα βότανα της Κύπρου αποτελούσαν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας πολλών ανθρώπων καθώς χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά, κυρίως για θεραπευτικούς σκοπούς, αρωματικούς και γαστρονομικούς σκοπούς.
Μέχρι και σήμερα, αρκετοί Κύπριοι χρησιμοποιούν βότανα – πολλά από αυτά είναι αγριόχορτα, ως «γιατροσόφκια». Ένα από αυτά τα βότανα είναι το «αρκοτριφύλλιν». Σύμφωνα με τη Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, με τη συγκεκριμένη ονομασία είναι γνωστά δύο συγγενικά είδη αυτοφυόμενων αγριόχορτων, της οικογένειας των Λεγουμινών (Leguminosae). Πρόκειται για το Trifolium purpureum, (αγγλική ονομασία purple clover) και το Trifolium stellatum, (αγγλική ονομασία star clover).
Τα purple clover και star clover είναι ετήσια, χαμηλά φυτά που φτάνουν σε ύψος περίπου 25 εκατοστά. Διαθέτουν μικρά, σπαθωτά φύλλα και άνθη ροζ έως κόκκινου χρώματος. Εντοπίζονται συνήθως σε αμμώδη ή παράκτια εδάφη, αλλά και σε πετρώδεις πεδινές περιοχές, όπου αναπτύσσονται εύκολα χάρη στην ανθεκτικότητά τους στις ξηρές συνθήκες.
Όπως κάθε φυτό ή βότανο, έτσι και το «αρκοτριφύλλιν» διαθέτει τις δικές του μοναδικές ιδιότητες, αποδεικνύοντας τη βαθιά σύνδεση της φύσης με τον άνθρωπο της Κύπρου.

Παλιότερα, τα άνθη του purple clover αποξηραίνονταν και βράζονταν σε νερό, δημιουργώντας ένα ρόφημα με διουρητικές ιδιότητες, το οποίο θεωρούνταν επίσης ευεργετικό για την καλή κυκλοφορία του αίματος.
Όσον αφορά στα φύλλα του «αρκοτριφυλλιού» trifolium stellatum, χρησιμοποιούνταν επίσης για την παρασκευή ροφήματος, γνωστού για τη διουρητική του δράση, αλλά και για τη συμβολή του στην ανακούφιση από πονόλαιμο και ρευματισμούς.
Παρόλο που η χρήση του «αρκοτριφυλλιού» έχει περιοριστεί στις μέρες μας, εντούτοις υπάρχουν Κύπριοι – κυρίως στα μικρά χωριά, οι οποίοι γνωρίζουν για το συγκεκριμένο βότανο και εξακολουθούν να το αξιοποιούν, διατηρώντας ζωντανή τη γνώση της παραδοσιακής, θα έλεγε κανείς, βοτανολογίας!
Γράφει η Χριστίνα Γεωργίου
